Στα μέρη που γεννήθηκε λένε πως όσα λιγότερα έχει να πει κάποιος, τόσο πιο πολύ δυναμώνει τον τόνο της φωνής του. Εκείνος μιλά, σχεδόν πάντα σιγά. Τόσο σιγά που πρέπει να πλησιάσεις σε απόσταση αναπνοής για να μην χάσεις τον ειρμό του.
Μιλάει πολύ. Ακατάπαυστα. Περί παντός επιστητού. Στα αποδυτήρια της Ζενίτ έβαζαν το χέρι τους στην φωτιά πως κάποια στιγμή στην ζωή του θα ασχοληθεί με τα κοινά, με την πολιτική. Κάποιοι ποντάριζαν λεφτά ότι θα φτάσει μέχρι την Δούμα.
Εκείνος το απορρίπτει μετά βδελυγμίας: «Δύσκολα θα βρειτε κάποιον πιο απόμακρο με την πολιτική από μένα».
Το πειραχτήρι της ομάδας όμως ο Αρτέμ Τζούμπα συνήθιζε να λέει πως: «Ο Μάγκο ξέρει τα πάντα και για τους πάντες. Σε κάνει να νομίζεις ότι τα ξέρει όλα, ακόμα κι όταν δεν έχει δίκιο. Γι' αυτό και είναι γεννημένος πολιτικός».
Το μότο της ζωής του είναι πολύ απλό. Αποτελείται μόνο από τρία ρήματα.
Βλέπω. Παρατηρώ. Αναλύω.
Αυτό κάθε κάθε δευτερόλεπτο της ζωής του, σαν μία υπολογιστική μηχανή. Την ώρα που οι περισσότεροι συμπαίκτες του ακολουθούν με βαριεστημένο και ράθυμο ύφος τις ασκήσεις σε κάθε προπόνηση, εκείνος συμπεριφέρεται διαφορετικά.
Αναρωτιέται σε τι χρησιμεύει η κάθε άσκηση. Πόσο διαρκεί; Τι βελτιώνει; Γιατί έχει ορισμένο χρόνο; Γιατί περιορίζεται σε συγκεκριμένα τετραγωνικά εκατοστά.Είναι η κολλιτσίδα του προπονητικού τιμ. Είναι γεμάτος απορίες για το κάθε τι και τις εκφράζει με ασταμάτητο ρυθμό. Μετά από κάθε του παιχνίδι αναλύει εξαντλητικά όλα τα προφανή, αλλά και τα advanced stats που αφορούν την προσωπική του απόδοση, αλλά και ολόκληρης της ομάδας.
Κάποιος, που σπουδάζει το ποδόσφαιρο, ενώ το παίζει κιόλας στο πιο υψηλό επίπεδο. «Σίγουρα με ενδιαφέρει να γίνω προπονητής κάποια ημέρα, αν και ποτέ δεν ξέρεις πως σου τα φέρνει η ζωή. Επειδή έχω υψηλά στάνταρ από τον εαυτό μου, ρωτάω πάντα τους προπονητές μου, τι παράπονα έχουν από μένα, τι μπορώ να βελτιώσω, πως μπορώ να γίνω πιο χρήσιμος.
Αν κάποιος μου πει ότι δεν του κάνω, δεν έχω πρόβλημα να φύγω το επόμενο δευτερόλεπτο από την ομάδα του. Ευτυχώς, δεν μου το είπε κανείς ως τώρα στην καριέρα μου».
Εδώ και 8 χρόνια, λειτουργεί ως προπονητής, πρόεδρος, ιδιοκτήτης, παιδαγωγός, τα πάντα. Μαζί με τον πατέρα και τον αδερφό του, τρέχει μία ποδοσφαιρική σχολή στην πόλη Σούνζα, όπου μεγάλωσε, αυτή τη στιγμή απασχολεί τρία ηλικιακά γκρουπ και έχει περίπου 50 παιδιά.
Τα έφτιαξε όλα από το μηδέν με δικούς του πόρους, δεν τον βοήθησε άνθρωπος. Δύο γήπεδα με φυσικό χλοοτάπητα, αποδυτήρια, ένα ακόμα μικρό κτίριο για αποκατάσταση. Δεν είναι πολλά, αλλά είναι καλύτερο από το τίποτα.
Διότι, όταν θυμάται τα παιδιά του χρόνια, θυμάται δύο πράγματα. Μία μπάλα και ένα αχανές πάρκο. Στην Ινγκουσετία στις αρχές του 2000 δεν υπήρχε τίποτα άλλο, ακόμα και σήμερα ελάχιστα έχουν αλλάξει.
Χτισμένη στους πρόποδες του Καυκάσου, στα σύνορα με την Νότια Οσετία, την Γεωργία και την Δημοκρατία της Τσετσενίας κατοικείται περίπου στο 80% από αυτόχθονες Ινγκούς και όσους Τσετσένους εκριζώθηκαν από τον φονικό πόλεμο στις αρχές του αιώνα.
Η οικογένεια του Μάγκομεντ Οζντόεφ είναι μία από αυτές που ξεριζώθηκε βίαια από το μαρτυρικό Γκρόζνι, αλλά είναι ένα από τα ελάχιστα πράγματα για τα οποία δεν του αρέσει να μιλάει, προτιμά να αλλάζει συζήτηση: «Είδα πολλά με τα μάτια μου, μεγαλώνοντας. Είδα πρόσφυγες, είδα θανάτους, είδα οικογένειες να χάνουν γονείς, συγγενείς, είδα φτώχεια. Δεν θέλω να ξύνω πληγές. Οι ερωτήσεις γύρω από τέτοια θέματα, μπορούν να πονέσουν πολύ, γι' αυτό τις αποφεύγω».
Μεγάλωσε σε μία πατριαρχική οικογένεια με αρχές που φαντάζουν δυσνόητες στον δυτικό κόσμο. Ο σεβασμός προς τους μεγαλυτέρους είναι ιερός: «Αν κάποιος είναι 4-5 χρόνια μεγαλύτερος από μένα δεν μπορώ να συζητήσω πολλά πράγματα μαζί του από σεβασμό. Ντρέπομαι να καθίσω μαζί τους στο ίδιο τραπέζι». Πάνω από ένας χρόνος διαφορά, σημαίνει... χάσμα γενεών.
Ο μόνος τρόπος που είναι αποδεκτός για να φύγει από το σπίτι είναι να παντρευτεί και να κάνει δική του οικογένεια. Ο «Μάγκα» ήταν ένας διάσημος ποδοσφαιριστής επιπέδου Εθνικής Ρωσίας, όμως μέχρι να βάλει στεφάνι στην πανέμορφη Τατάρα Μαργκαρίτα Μουσλίμοβα, οι γονείς του, τον ακολουθούσαν παντού!Από τότε που θυμάται τον εαυτό του είναι με μία βαλίτσα στο χέρι. Στα 15 του, έκανε ένα ταξίδι με αμέτρητα λεωφορεία που έμοιαζε με το δρομολόγιο του Υπερσιβηρικού. Από την Σούζνα στο Γκρόζνι. Από εκεί στο Ροστόφ. Από το Ροστόφ στο Ντονέτσκ κι από εκεί στο Κίεβο.
Στα 16 του δοκιμάστηκε στις ακαδημίες της Ντινάμο Κιέβου, τους άρεσε, τον ήθελαν, όταν όμως πήγε να υπογράψει έμαθε ότι απαγορεύεται να έχει επαγγελματικό συμβόλαιο εκτός Ρωσίας, πριν ενηλικιωθεί.
Έφυγε για την Γερμανία, δοκιμάστηκε στην Σάλκε, τους άρεσε κι εκεί, όμως έπεσε στον ίδιο τοίχο. Οι Γερμανοί του πρότειναν να περιμένει δύο χρόνια με κανονικό μισθό, του πρότειναν να αλλάξει υπηκοότητα, όμως λύση δεν βρέθηκε ποτέ.
Είναι μία υπολογιστική μηχανή. Έχει τα πάντα σε κουτάκια. Έμεινε τέσσερα χρόνια στην Λοκομοτίβ Μόσχας. Τέσσερα στην Ρούμπιν Καζάν και... άλλα τέσσερα στην Ζενίτ Αγίας Πετρούπολης. Κάθε φορά που ένιωθε ότι ο κύκλος έκλεινε, άνοιγε κάποιον άλλον. Όχι τυχαία, αλλά με κινήσεις χειρουργικής ακρίβειας, τις οποίες προκαλούσε ο ίδιος.
Είναι football freak. Παρακολουθεί ποδόσφαιρο σαν τρελός. Βλέπει, ξέρει τα πάντα για το πρωτάθλημα του Βελγίου, της Ολλανδίας, της Τουρκίας, ασχολείται με xgoals και πως αυτά μπορούν να τον κάνουν καλύτερο μέσα στο γήπεδο στις επιλογές του με την μπάλα. Μιλούσε, προφητικά, με κολακευτικά λόγια για το επίπεδο του τουρκικού πρωταθλήματος, τα γήπεδα, τις νέες δυνάμεις που γεννιούνται, ήξερε την Καραγκιουμρούκ, πολύ πριν του κάνει πρόταση συνεργασίας το καλοκαίρι του 2022.
Όταν του χτύπησε την πόρτα, δεν χρειαζόταν να ψάξει πολύ, ήξερε τα πάντα. Ήξερε όμως ότι εκεί θα έβρισκε ως προπονητή το ίνδαλμα του, τον Αντρέα Πίρλο, αλλά και κάτι άλλο πολύ πιο σημαντικό. Ότι στην Κωνσταντινούπολη θα έβρισκε ένα κλίμα πολύ καλύτερο από της Αγίας Πετρούπολης για τις αλλεργίες και το άσθμα του 7χρονου γιου του, Τιμούρ.
Πίστευε ότι ήξερε τα πάντα για το ποδόσφαιρο. Μέχρι που κατάλαβε ότι δεν ήξερε τίποτα: «Ο Πίρλο με έμαθε πως να κινούμαι σωστά στο γήπεδο, να μην τρέχω άσκοπα. Κανείς δεν μου είχε διδάξει τέτοια πράγματα στην Ρωσία. Με δίδαξε πως να χρησιμοποιώ καλύτερα το σώμα μου για να παίρνω απόσταση από τους αντιπάλους, πως να διευρύνω τις γωνίες πάσας μου, πως να κερδίζω μέτρα με ένα απλό κοντρόλ. Βλέπει το ποδόσφαιρο με άλλο μάτι, αυτά είναι ανεκτίμητα πράγματα».Ο Ιταλός μαέστρος ασχολήθηκε πολύ μαζί του. Τον ιντρίγκαρε από την πρώτη μέρα που τον είδε, γι' αυτό και δούλεψε πολύ μαζί του: «Ο Μάγκομεντ πολλές φορές παρασύρεται από το συναίσθημα στο γήπεδο. Έπρεπε πρώτα να σκέφτεται και μετά να πράττει. Κι αυτό το βελτίωσε σε μεγάλο βαθμό μέσα στην σεζόν.
Στην αρχή έχανε συχνά την θέση του, μπορούσε να καταλήξει σε οποιοδήποτε άσχετο μέρος του γηπέδου. Σταδιακά το 'φτιαξε. Έπρεπε να του εξηγήσουμε μερικά τακτικά πράγματα που αγνοούσε στην Ρωσία. Τον δοκιμάσαμε ως regista. Δεν δούλεψε. Είναι καλύτερος να κινείται συνεχώς και να κάνει κάθετες κινήσεις στον άξονα. Στο τέλος τον κάναμε έναν μοντέρνο box-to-box μέσο. Λειτούργησε άψογα», ήταν τα λόγια του Αντρέα Πίρλο για τον Ρώσο χαφ, που έκανε ένα γεμάτο και ηχηρό πρωτάθλημα στην Τουρκία.
Πήγε εκεί με τα μισά χρήματα από αυτά που έπαιρνε στην Ζενίτ. Η παρουσία του Πίρλο κάλυπτε τα πάντα. Μόνο που ο Ιταλός αποχώρησε από την Καραγκιουμρούκ και μαζί η επιθυμία του «Μάγκο» να συνεχίσει δίχως αυτόν στην Πόλη, παρότι έχει συμβόλαιο για ακόμα έναν χρόνο.
Το έχει πει πολλές φορές. Δεν παίζει απλώς, μπάλα. Αναλύει το κάθε τι: «Στην Ρωσία η ζωή είναι κόλαση για κάθε μέσο, που κλείνεται συνεχώς από δύο και τρεις παίκτες. Το 99% των ομάδων που παίζουν απέναντι στην Ζενίτ, ταμπουρώνονται πίσω, δεν υπάρχουν χώροι. Στην Τουρκία όλες οι ομάδες προσπαθούν να παίξουν ποδόσφαιρο. Υπάρχει όμως κάτι άλλο.
Όλοι παίζουν για τα στατιστικά τους. Στο 80% των περιπτώσεων οι παίκτες σκέφτονται να σουτάρουν και όχι να δώσουν πάσα. Προσπαθούν να φτιάξουν νούμερα για να «πουλήσουν» τους εαυτούς τους σε ένα ανώτερο πρωτάθλημα. Το πρωτάθλημα είναι ενδιαφέρον, όμως οι ταλαντούχοι παίκτες δεν ενδιαφέρονται να βελτιωθούν. Δεν θέλουν να τρέχουν, δεν τους αρέσει η σκληρή δουλειά. Στην Ρωσία δεν έχουμε τόσα ταλέντα, αλλά οι παίκτες είναι εργατικοί, ατρόμητοι. Κάποιος που έπαιζε μπάλα στα χιόνια της Σιβηρίας, τι να φοβηθεί σε ένα λασπωμένο τερέν;».
Είναι ο πρώτος Μουσουλμάνος Καυκάσιος από την Δημοκρατία της Ινγκουσετίας, ο οποίος κατάφερε να κληθεί και να παίξει (35 φορές) στην Εθνική Ρωσίας. Το κατάφερε με την εργατικότητα, το ταλέντο, αλλά κυρίως χάρη στην προσωπικότητα του.
Όταν επέστρεψε για μερικές εμφανίσεις ως δανεικός στην γενέτειρα του στο Γκρόζνι για να παίξει στην Τέρεκ, πήγε για να... γεμίσει τα παπούτσια ενός εμβληματικού Βραζιλιάνου, ο οποίος μετά από 7 χρόνια είχε μετακομίσει στην Αγία Πετρούπολη.
Όταν το καλοκαίρι του 2018 μετακόμισε στην Ζενίτ, κλήθηκε να πάρει τον ρόλο που είχε ο ίδιος Βραζιλιάνος, ο οποίος είχε κατηφορίσει για τα πιο θερμά μεσογειακά κλίματα.
Λέτε να προκύψει και τρίτη φορά που ο Μάγκομεντ Οζντόεφ θα πάρει την θέση, τον ρόλο, θα ακολουθήσει την περπατησιά του Μαουρίσιο Ζοσέ ντα Σιλβέιρα Ζούνιορ;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου